Μπροστά σε μια νέα ακαδημαϊκή χρονιά

Τα Πανεπιστήμια και η πανεπιστημιακή κοινότητα, ακαδημαϊκό και διοικητικό προσωπικό και φοιτητές, ξεκινούν  τη φετινή ακαδημαϊκή χρονιά από θέση ακόμη πιο δυσμενή από πέρυσι. Η Κυβέρνηση και το Υπουργείο ΠΑΙΘ διεκπεραιώνοντας τα τελευταία χρόνια εκ προμελέτης και με απόλυτη συνέπεια το καταστροφικό σχέδιό τους, καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια να βαθύνουν, αντί να επουλώσουν, τις χαίνουσες πληγές που άνοιξαν στο δημόσιο πανεπιστήμιο.

Η απελευθέρωση των μετεγγραφών θα προκαλέσει το αδιαχώρητο σε πολλές Σχολές του ΕΜΠ και άλλων κεντρικών ΑΕΙ, με δυσμενέστατες επιπτώσεις στην ποιότητα των σπουδών αφού δεν υπάρχουν ούτε οι υποδομές ούτε οι πόροι για μια τέτοια αύξηση του φοιτητικού πληθυσμού

Συνολικά, μεταξύ 2008 και 2012 στην Ελλάδα, η μείωση των δημοσίων δαπανών για την τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι υψηλότερη του 30%, σε πραγματικές τιμές, ενώ για το 2013, εκτιμάται ότι υπήρξε περαιτέρω μείωση της τάξης του 25%. Με τις περικοπές των προϋπολογισμών των Ιδρυμάτων να υπερβαίνουν το 70%, συμπεριλαμβανομένης και της νέας αναμενόμενης μείωσης για το 2014, γίνεται  προφανές ότι τα Πανεπιστήμια αδυνατούν να καλύψουν ακόμη και τις απολύτως ανελαστικές λειτουργικές δαπάνες τους. Σε αυτά, ειδικότερα για το ΕΜΠ, θα πρέπει να προστεθούν οι απώλειες από το PSI και από την κατάργηση των εισφορών από δημόσια και ιδιωτικά κατασκευαστικά έργα, που ανέρχονταν σε 5 εκατ. Ευρώ περίπου ετησίως.

Η εικόνα είναι εξίσου αποκαρδιωτική στο ακαδημαϊκό προσωπικό. Μετά τις αλλεπάλληλες περικοπές στο βασικό μισθό, στα επιδόματα και στα δώρα, οι απολαβές των πανεπιστημιακών, όλων των βαθμίδων και κυρίως των χαμηλότερων, έχουν κατρακυλήσει σε υποτιμητικά επίπεδα. Ήδη, αρκετοί συνάδελφοί μας αναζητούν την εκτίμηση της επαγγελματικής και ακαδημαϊκής προσφοράς τους σε ξένα πανεπιστήμια, από κοινού με δεκάδες χιλιάδες άλλους σύγχρονους Έλληνες μετανάστες, κυρίως νέους επιστήμονες. Όσοι μένουν πίσω βρίσκονται αντιμέτωποι με τη δραματική υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου τους, εξαιτίας και των διαρκώς διογκούμενων φορολογικών επιβαρύνσεων, με τις καθημερινές και ανυπέρβλητες δυσκολίες στην άσκηση του εκπαιδευτικού και ερευνητικού έργου τους και με την ευτελιστική αντιμετώπισή τους από την πλευρά της Πολιτείας. Είναι χαρακτηριστική η προσβλητική αιτιολόγηση της απόφαση του ΣΤ΄ Τμήματος του ΣτΕ ότι ναι μεν το Σύνταγμα επιτάσσει ιδιαίτερη μισθολογική μεταχείριση για τα μέλη ΔΕΠ, ωστόσο δεν επιβάλλει τη μισθολογική εξομοίωσή τους με τους δικαστικούς λειτουργούς, ειδικά δε από τη στιγμή που «…δεν διακυβεύεται ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης τους ούτε καθίσταται ιδιαιτέρως δυσχερής η άσκηση των καθηκόντων τους…»! Προφανώς παραβλέπουν, για παράδειγμα, ότι κομμάτι των καθηκόντων μας είναι η συμμετοχή σε διεθνή συνέδρια, που, μετά από τις περικοπές στην κρατική επιχορήγηση, αυτή η ακαδημαϊκή δραστηριότητα καθίσταται απαγορευτική για τους περισσότερους συναδέλφους. Προφανώς παραβλέπουν ότι υπάρχουν συνάδελφοί μας που κινδυνεύουν ακόμη και με έξωση από το ίδιο τους το σπίτι. Προφανώς παραβλέπουν αυτά και πολλά άλλα ζητήματα, καθώς το οικονομικό αποτελεί μόνο μία από τις διαστάσεις του προβλήματος.

Η Πολιτεία καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια να καταστρέψει οτιδήποτε καλό επιχειρεί να δημιουργηθεί μέσα στο δημόσιο πανεπιστήμιο στην εκπαιδευτική και ερευνητική σφαίρα. Η απελευθέρωση των μετεγγραφών θα προκαλέσει το αδιαχώρητο σε πολλές Σχολές του ΕΜΠ και άλλων κεντρικών ΑΕΙ, με δυσμενέστατες επιπτώσεις στην ποιότητα των σπουδών αφού δεν υπάρχουν ούτε οι υποδομές ούτε οι πόροι για μια τέτοια αύξηση του φοιτητικού πληθυσμού. Αντίστοιχα, δηλωτική των πραγματικών προθέσεων της κυβερνητικής πολιτικής είναι η από κάθε άποψη απαράδεκτη ανακοίνωση μείωσης των προϋπολογισμών σε εν εξελίξει ερευνητικά έργα «ΘΑΛΗΣ» με το αιτιολογικό της χαμηλής απορρόφησης. Η Κυβέρνηση τιμωρεί τα Πανεπιστήμια και τους ερευνητές για τις δικές της χρονοβόρες γραφειοκρατικές διαδικασίες, καθυστερήσεις και παλινωδίες (η έναρξη πολλών έργων καθυστέρησε επί ένα έτος σχεδόν, επειδή η ΕΥΔ η άργησε να αποστείλει τις σχετικές εντάξεις και προεγκρίσεις των έργων), καθώς και για την αποσάθρωση και συγχρόνως απονέκρωση των διοικητικών μηχανισμών που προκάλεσε στα Πανεπιστήμια η λογιστική άσκηση της διαθεσιμότητας των διοικητικών υπαλλήλων.

Ως προς το τελευταίο ζήτημα, οι πρώτες θετικές εξελίξεις που απέφερε ο πολύμηνος αγώνας των εργαζομένων με τη συμπαράσταση και των υπολοίπων συνιστωσών της ακαδημαϊκής κοινότητας, δεν πρέπει να οδηγεί σε εφησυχασμό. Οι αγωνιστικές κινητοποιήσεις έδειξαν ότι ακόμη και σε συνθήκες βάρβαρης πολιτικής υπάρχουν δυνατότητες νίκης. Στο ΕΜΠ επιστρέφουν, μέχρι στιγμής, οι μισοί από τους προς απόλυση διαθέσιμούς του, ενώ ένα ακόμη σημαντικό ποσοστό διαθεσίμων, με βάση τους προσωρινούς πίνακες της πρώτης κινητικότητας, εξασφαλίζει το δικαίωμα στην εργασία σε άλλα Ιδρύματα. Ας το σκεφτούν αυτοί που έλεγαν πως είναι μάταιο να αγωνιστούμε και πως το ΕΜΠ θα έπρεπε να δεχθεί τη μοίρα του και να συνεχίσει, όπως όπως…. Η νίκη του κινήματος αποτυπώνεται και στην έκθεση αξιολόγησης των 8 Πανεπιστημίων που επλήγησαν από τη διαθεσιμότητα. Αναδεικνύεται ότι οποιαδήποτε σύγκριση με τη διεθνή πραγματικότητα οδηγεί στο συμπέρασμα της κραυγαλέας υποστελέχωσης των ελληνικών Πανεπιστημίων. Τα συμπεράσματα της έκθεσης ανάγκασαν το Υπουργείο ΠΑΙΘ να παραδεχτεί ότι «…αφού από την αξιολόγηση δεν προκύπτει ανάγκη απολύσεων τότε δεν θα απολυθεί κανείς…». Ωστόσο, μέχρι σήμερα η Κυβέρνηση δεν έχει προβεί σε καμία ενέργεια προς την κατεύθυνση διόρθωσης των αυτονόητων. Μάλιστα, σε περίπτωση οριστικοποίησης των πινάκων της κινητικότητας δεκάδες εργαζόμενοι καταργούμενων κλάδων θα απολυθούν αμέσως. Γι’ αυτό, περισσότερο ίσως και από πριν, απαιτείται να τεθεί επιτακτικά ένα κοινό πλαίσιο διεκδίκησης από όλα τα Ιδρύματα: καμία απόλυση, καμία διαθεσιμότητα, όλοι οι εργαζόμενοι πίσω στους χώρους εργασίας τους.

Αναλογιζόμενοι τα παραπάνω δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε ούτε καν με σκωπτική διάθεση την εξαγγελία του μέτρου των διαγραφών, ως μέσου για το «νοικοκύρεμα» των Πανεπιστημίων! Αυτοί, που αφαιρούν με  κυνισμό κάθε μέτρο στήριξης των πανεπιστημίων και της φοιτητικής ζωής, έρχονται εκ νέου για να «τιμωρήσουν» τους φοιτητές (αλλά και τα πανεπιστήμια, βρίσκοντας αφορμή για περαιτέρω μειώσεις δαπανών) αναφορικά με τα αποτελέσματα της δικής τους πολιτικής. Αυταρχικός κυνισμός κρύβεται, επίσης, πίσω από τη χρήση του όρου «αιώνιοι φοιτητές».  Η θεσμοθέτηση του «ν+2» μετονομάζει σε «αιώνιους» τους μισούς περίπου φοιτητές του ΕΜΠ, κυρίως τους οικονομικά αδύναμους, καθώς σε πολλές Σχολές ο μέσος χρόνος αποφοίτησης υπερβαίνει σήμερα τα 7 έτη!

Η νέα ακαδημαϊκή χρονιά βρίσκει αρκετά Ιδρύματα, μεταξύ των οποίων και το ΕΜΠ, με νέες διοικήσεις, οι οποίες εκλέχθηκαν από μια διαδικασία με αντιδημοκρατικές και αντιακαδημαϊκές μεθοδεύσεις που δεν έχουν θέση στο Πανεπιστήμιο: με αποκλεισμό του δικαιώματος του εκλέγειν των πολυπληθέστερων ομάδων της πανεπιστημιακής κοινότητας και του δικαιώματος του εκλέγεσθαι με προαποφασισμένες «εκκαθαρίσεις» υποψηφίων. Οι εκλογές αυτές είναι προϊόντα των αντιδημοκρατικών ποιοτικών χαρακτηριστικών του Νόμου Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλου. Η θέση μας παραμένει πάγια και ανεξάρτητη από πρόσωπα: κατάργηση του καταστροφικού για τα πανεπιστήμια Νόμου και όλων των «παραγώγων» του, Συμβουλίων και νέων Πρυτανειών.

Η Κυβέρνηση θα συνεχίσει τη συντονισμένη επίθεσή της στο Δημόσιο Πανεπιστήμιο και αυτό δημιουργεί, περισσότερο από ποτέ, την ανάγκη για κοινό αγώνα φοιτητών, εργαζομένων και καθηγητών. Γνωρίζουμε ότι πολλά θα εξαρτηθούν από τις ευρύτερες πολιτικές εξελίξεις. Όμως δεν υπάρχουν περιθώρια για εφησυχασμό και αδιαφορία, ούτε για μεμψιμοιρία και αδράνεια. Καθεμία και καθένας από εμάς, μέσα από τη συλλογική δράση, έχει την υποχρέωση να αντισταθεί στον διαλυτικό αυταρχισμό για να διασώσει το δημόσιο πανεπιστήμιο και την ολοκληρωτική ισοπέδωση της ελληνικής κοινωνίας.

29_Nea_xronia_22-9-2014.pdf

Προσθέστε το σχόλιο σας

Έλεγχος ασφαλείας *