Υπουργείο Πολιτισμού Παιδείας και Θρησκευμάτων tagged posts

Πραγματική και εικονική πραγματικότητα

Τα πανεπιστήμια πληρώνουν τρομακτικά μεγάλο τίμημα στη μνημονιακή πολιτική υποσκάπτοντας και τις προοπτικές της ίδιας της χώρας. Ο κρατικός προϋπολογισμός για τα πανεπιστήμια έμεινε στα ίδια με πέρυσι επίπεδα, δηλαδή μεσοσταθμικά κατά 70% μικρότερος των προϋπολογισμών πριν την κρίση. Καμιά άλλη κοινωνική δαπάνη δεν μειώθηκε την περίοδο της κρίσης σε τέτοιο βαθμό. Οι μικρές σποραδικές «ενισχύσεις», παρουσιάζονται από την κυβέρνηση ως αντιστροφή της κατάστασης. Η πραγματικότητα όμως (η πραγματική, όχι η εικονική), είναι αντίθετη. Η σταθεροποίηση των προϋπολογισμών σε μη βιώσιμα για τα πανεπιστήμια επίπεδα (πολλά από αυτά, αδυνατούν ακόμη να πληρώσουν και τους λογαριασμούς της ΔΕΗ) σημαίνει καθημερινή υποχώρηση του επιπέδου σπουδών, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες μεγάλου τμήματος του ανθρώπινου δυναμικού τους. Ταυτόχρονα, ένας πρόσθετος γραφειοκρατικός μηχανισμός απορρόφησης – πραγματικό «καψόνι», στο όνομα της «διαφάνειας», κάνει και τα πενιχρά αυτά κονδύλια εικονικά. Παγιδευμένα μόνιμα σε ανεπαρκείς προϋπολογισμούς, τα πανεπιστήμια ωθούνται στην πλήρη επιχειρηματικοποίηση «πουλώντας» υπηρεσίες. Αρχικά, με δίδακτρα στα μεταπτυχιακά, στη συνέχεια με οτιδήποτε άλλο μπορούν. Και όποιος επιβιώσει. Άλλωστε, ο πρόσφατος νόμος 4485/2017 για την τριτοβάθμια εκπαίδευση προετοίμασε συνειδητά αυτή την κατεύθυνση.

Η σταθεροποίηση των προϋπολογισμών σε μη βιώσιμα για τα πανεπιστήμια επίπεδα  σημαίνει καθημερινή υποχώρηση του επιπέδου σπουδών, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες μεγάλου τμήματος του ανθρώπινου δυναμικού τους.

Η συνεχής συσσώρευση προβλημάτων στα πανεπιστήμια πήρε πρόσφατα εκρηκτική μορφή στις φοιτητικές εστίες, στις οποίες ζει σε κυριολεκτικά αβίωτες συνθήκες το πιο ευάλωτο κοινωνικά στρώμα των φοιτητών. Η προκλητική εγκατάλειψη των εστιών από την κυβέρνηση, μέσω του εποπτευόμενου ΙΝΕΔΙΒΙΜ, οδήγησε σε μια εφιαλτική κατάσταση...

Περισσοτερα...

Η θέση των ΠΔ ΕΜΠ για το νομοσχέδιο για τα ΑΕΙ

Μετά από δύο και πλέον χρόνια αναμονής και τρομακτικές παλινωδίες, κατατέθηκε το πρώτο σχετικά ολοκληρωμένο σχέδιο νόμου της κυβέρνησης για την Ανώτατη Εκπαίδευση, το οποίο μοιάζει με νόμο-πλαίσιο, χωρίς να είναι, με αποτέλεσμα να ανοίγει μια σειρά ζητημάτων που περισσότερο περιπλέκονται παρά επιλύονται. Ανεξάρτητα όμως των «τεχνικών» ζητημάτων, εύλογα θα ανέμενε κάποιος ότι  ένα σχέδιο νόμου που κατατίθεται από μια κυβέρνηση με κορμό ένα κόμμα που αυτοπροσδιορίζεται ως αριστερό, θα αντανακλούσε τις διατυπωμένες θέσεις και διεκδικήσεις του αγωνιζόμενου Πανεπιστημιακού κινήματος. Εις μάτην όμως…

Κατ’ αρχάς, το σχέδιο νόμου αποδέχεται και υιοθετεί ανεπιφύλακτα το μοντέλο των τριών κύκλων σπουδών της Μπολόνια, όχι απλά ως προς το «τυπικό» σκέλος της διάρθρωσης των σπουδών (που μόνο τέτοιο δεν είναι) αλλά, κυρίως, ως προς την ουσιαστική μεταμόρφωση του πανεπιστημίου σε επιχείρηση που παρέχει πολυποίκιλες υπηρεσίες. Το μοντέλο του (καθόλου) νέου πανεπιστημίου περιλαμβάνει έναν πρώτο κύκλο σπουδών άνευ διδάκτρων (αλλά όχι δωρεάν επί της ουσίας), ένα δεύτερο, επί πληρωμή, κύκλο σπουδών («μεταπτυχιακές σπουδές») κι έναν τρίτο (εκπόνηση διδακτορικής διατριβής), πρακτικά μόνο μέσα από χρηματοδοτούμενη έρευνα. Το νέο πανεπιστήμιο που θα συντηρείται όλο και περισσότερο από την πώληση υπηρεσιών χρειάζεται και νέα πεδία «δράσης»: Κέντρα Επιμόρφωσης και Δια Βίου Μάθησης που θα παρέχουν προγράμματα επί πληρωμή, δημιουργία παραρτημάτων (επιχείρηση franchise δηλαδή…) σε άλλες χώρες, κλπ.

Ως προς το μοντέλο διοίκησης, το πάγιο αίτημα του προοδευτικού πανεπιστημιακού κινήματος για συμμετοχική δημοκρατία μετασχηματίστηκε σε … προσχηματική δημοκρατία. Ας το δούμε πιο συγκεκριμένα: στις εκλογές των μονοπρόσωπων Οργάνων υπάρχει πλήρης απουσία της φοιτητικής συμμετοχής και μια σαφώς υποτιμητική συμμετοχή (10%) όλου του λοιπού επιστημονικού, εργαστηριακού και διοικητικού προσωπικού. Τα συλλογικά όργανα διοίκησης συντίθενται στη συντριπτική τους πλειοψηφία από τα μονοπρόσωπα, με ουσιαστικά άνευ πρακτικής βαρύτητας συμμετοχή φοιτητών και λοιπού προσωπικού. Έτσι, λοιπόν, το ν/σ, με χρήση των κατάλληλων «φύλλων συκής», εμπεδώνει αυτό που ο N. 4009/2011 είχε εισάγει, δηλαδή ένα σχεδόν καθ’ ολοκληρίαν καθηγητοκεντρικό σύστημα διοίκησης...

Περισσοτερα...

“Αριστερό” δώρο;!

Μετά τη μείωση της παρακράτησης των αμοιβών των μελών ΔΕΠ που ασκούν επιχειρηματική δραστηριότητα από το 15% στο 7% με την παρ. 13(γ) του άρθρου 24 του Ν. 4386/2016, στο Σ/Ν «Ρυθμίσεις για την ανώτατη εκπαίδευση, την έρευνα και άλλες διατάξεις» που κατατέθηκε στη Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή, ο Υπουργός Παιδείας επεφύλασσε ένα δεύτερο δώρο σε κάποιους «μπαταχτσήδες» συναδέλφους που ασκούσαν ελευθέριο επάγγελμα και δεν απέδιδαν τη σχετική παρακράτηση στους ΕΛΚΕ των Ιδρυμάτων τους.

Πιο συγκεκριμένα, με την παρ. 4 του άρθρου 76, οι οφειλές που δημιουργήθηκαν από ατομική επιχειρηματική δραστηριότητα υπόκεινται σε περαίωση και το ποσό που πρέπει να καταβληθεί για τη συντέλεσή της ανέρχεται στο 20% της συνολικής οφειλής που βεβαιώνεται επί του καθαρού εισοδήματος. Πρόκειται για διαγραφή χρέους σε ποσοστό ενδεχομένως άνω του 90%, με δεδομένο ότι η αρχικά βεβαιωμένη οφειλή αφορούσε στο ακαθάριστο εισόδημα από την άσκηση ελευθέριου επαγγέλματος, ενώ η περαίωση υπολογίζεται επί του καθαρού εισοδήματος. Παράλληλα, με την παρ. 3 του ίδιου άρθρου, παρέχεται «αμνηστία» στις διοικήσεις των ΑΕΙ και των αντίστοιχων ΕΛΚΕ που δεν έπραξαν τα δέοντα για να εισπράξουν αυτές τις οφειλές, οι οποίες ανέρχονται σε δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ ανά Ίδρυμα.

Η ρύθμιση αυτή δεν αποτελεί απλά εμπαιγμό για τους νομοταγείς (για να τους αποδώσουμε έναν ευγενικό χαρακτηρισμό) συναδέλφους που κατέβαλαν ως όφειλαν τη σχετική παρακράτηση τόσα χρόνια, αλλά δείγμα γραφής μιας αήθους συμπεριφοράς που εξυπηρετεί κυνικά φαινόμενα διαπλοκής.

Εδώ δεν χωράνε μισόλογα. Σιωπή σημαίνει συνενοχή.

“Αριστερό” δώρο;!

Περισσοτερα...

Τρεις τρόποι ενταφιασμού του Μελκιάδες «Παιδείας»

Μάκης Σπαθής, Καθηγητής ΣΕΜΦΕ ΕΜΠ

Αναδημοσίευση από την εφημερίδα «Η Εποχή» της 20.10.2015

Μετά την απόφαση της σημερινής κυβέρνησης να αποσύρει από τη Βουλή το πολυνομοσχέδιο για την παιδεία, γνωστό ως «νόμο Μπαλτά», το τοπίο στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης διαγράφεται σκοτεινό και αβέβαιο. Με δεδομένη την απομάκρυνση από το ΥΠΕΘ του πρώην υπουργού Αριστείδη Μπαλτά, η εξέλιξη αυτή δεν αποτελεί κεραυνό εν αιθρία, όμως θα μπορούσε να μην είχε επισυμβεί αν η κυβέρνηση παρέμενε σταθερή στην ίδια πολιτική και στις εξαγγελίες για την παιδεία που επαγγέλλονταν διαχρονικά από την ίδρυση του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι χτες. Η διαπίστωση αυτή δημιουργεί αμείλικτα ερωτήματα τόσο για τη συνολική μεταμνημονιακή μετεξέλιξη της κυβερνητικής πολιτικής όσο και για τις εξειδικεύσεις της στον τομέα της παιδείας.

Από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ και τα προβεβλημένα στελέχη του, με αποδέκτες τη μεγάλη πλειοψηφία όσων έχουν απομείνει μετά την επώδυνη συμφωνία του τρίτου μνημονίου, διακηρύσσονταν σε όλους τους τόνους κατά την προεκλογική περίοδο, οι ακόλουθες υποσχέσεις: «Ο ΣΥΡΙΖΑ θα τιμήσει την υπογραφή του και θα εφαρμόσει τις δεσμεύσεις που ανέλαβε απέναντι στους δανειστές, αλλά με γνώμονα πάντα την προστασία των κοινωνικών ομάδων που πλήττονταν βάναυσα, θα εφαρμόσει ένα παράλληλο πρόγραμμα ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων στην παιδεία, την υγεία, τις εργασιακές σχέσεις και το κοινωνικό κράτος γενικότερα. Θα λειάνει τις επιθετικές αιχμές των εφαρμοστικών ρυθμίσεων, θα αναζητά επίμονα ισοδύναμα μέτρα και τέλος θα αναδεικνύει καθημερινά τη σταθερή προσήλωσή του στον αριστερό του ριζοσπαστισμό». Παράλληλα, ο πρωθυπουργός εξαγγέλλει μεταξύ των άλλων στο υπουργικό συμβούλιο μετά τις εκλογές ότι το πολυνομοσχέδιο για την παιδεία θα ψηφιστεί αμέσως με την έναρξη των εργασιών της νέας Βουλής. Τι συνέβη στη συνέχεια, μια βδομάδα μετά; Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί είναι γιατί η κυβέρνηση κάνει στροφή 180 μοιρών, εγκαταλείπει τις δεσμεύσεις της για την κατάργηση των νόμων Διαμαντοπούλου-Αρβανιτόπουλου, ειδικά όταν στις προγραμματικές δηλώσεις του Α. Τσίπρα (Ιανουάριος 2015) υπήρχε η άμεση κατάργηση των Συμβουλίων Ιδρύματος (Σ.Ι.), δηλαδή του πιο επιθετικού οργάνου διοίκησης κατά τα νεοφιλελεύθερα πρότυπα...

Περισσοτερα...

«Για το καλό μας…»

Έγινε και αυτό. Ενώ σε όλη την Ελλάδα καταργήθηκε το μέτρο της προεπιλογής υποψηφίων πρυτάνεων, ένα μεσαιωνικής αντίληψης μέτρο, στο ΕΜΠ το Συμβούλιο Ιδρύματος με «πονηριά» πρόλαβε τις εξελίξεις. Έτσι θα «απολαύσει» ακόμη και την τελευταία σταγόνα εξουσίας του. «Για το καλό μας», βεβαίως.

Για μας το κύριο πρόβλημα δεν είναι μόνο το κραυγαλέα αντιδημοκρατικό μέτρο της προεπιλογής υποψηφίων πρυτάνεων, αλλά όλη η λογική του Νόμου Διαμαντοπούλου- Αρβανιτόπουλου, η οποία (ανάμεσα σε πολλά άλλα κακά) ανακηρύσσει σε «σοφούς» κάποιους εξ ημών, δίνοντάς τους παράλογες εξουσίες. Από κει και πέρα, δε θέλει και πολύ να «αρπάξει» κανείς και να το παίζει σοφός επί των υπολοίπων. Ιδιαίτερα, αν αδιαφορεί για κάθε όριο ακαδημαϊκότητας, ακόμη και σοβαρότητας (παρεμπιπτόντως, τα τελευταία «ΑΠΟΦΑΣΙΖΟΥΜΕ» του Συμβουλίου Ιδρύματος ακούγονται αρκούντως κωμικά).

Όμως, αν το Συμβούλιο Ιδρύματος θέλει με κάθε τρόπο να επιβεβαιώσει την εξουσία του, παίζοντας το ρόλο του παιδονόμου, είναι στα δικά μας χέρια να την προστατέψουμε, αρνούμενοι να δεχθούμε την προσβλητική αυτή διαδικασία.

Για μας είναι, επίσης, εξαιρετικά αρνητικό το γεγονός του αποκλεισμού από τη διαδικασία των άλλων μερών της πολυτεχνειακής κοινότητας, των φοιτητών και εργαζομένων, για λόγους αρχής. Ειδικά στις σημερινές συνθήκες, που το Πολυτεχνείο είναι μια πυριτιδαποθήκη οξύτατων προβλημάτων, η συζήτηση και η συνεννόηση όλων των μερών είναι ο μόνος δρόμος για την επιβίωση. Όσοι φανατικά κηρύσσουν το «Νόμος και Τάξις» (επί των υπολοίπων, πάντα), ιδιοτελώς, κατά τη γνώμη μας, για να ενισχύσουν τις δικές τους θέσεις, αγνοούν το τεράστιο φορτίο αδιεξόδων και απελπισίας που γεννά η κρίση σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία, και ειδικά στη νεολαία. Μια στάση επιδεικτικής αγνόησης των φοιτητών και των εργαζομένων θα γεννήσει, και δικαιολογημένα, θύελλες.

Απαιτούμε:

  • Κατάργηση των Συμβουλίων Ιδρύματος- Κατάργηση του Νόμου Διαμαντοπούλου- Αρβανιτόπουλου
Περισσοτερα...